• Γερμανικά
  • Ελληνικά

Δημήτρης Νόλλας

Δημήτρης Σούλας, ένας διανοούμενος του βλέμματος

Το σύνολο του φωτογραφικού κόσμου του Δημήτρη Σούλα διαπερνάται από μια λεπτή κλωστή, άλλοτε εύθραυστη, άλλοτε υπόγεια και πότε-πότε σκληρή. Πάντοτε όμως παρούσα και διεισδυτική , για να μας υπενθυμίζει πως ο κόσμος υπάρχει μέσα στο βλέμμα του άλλου. Χωρίς την ματιά μας, ο κόσμος που μας περιβάλλει θα ήταν ανύπαρκτος.

Η γενιά του ΄60 και το ρεύμα της μετανάστευσης. Ο κόσμος της νύχτας, των ξεριζω- μένων και των εξεγερμένων. Της υπαρξιακής μοναξιάς. Το καμάκι που ακολουθεί ικέτης τη γυναίκα στο αφιλόξενο τοπίο ενός σιδηροδρομικού σταθμού. ΄Ενας κόσμος απροσπέλαστος και αδιάφορος, προχωράει αδιάφορος, αφήνοντας πίσω του, παράπλευρες απώλειες : το σβηστό τσιγάρο του μουστακαλή και την ανεκπλήρωτη επιθυμία του για ανθρώπινη επαφή.

Σχολιάζω μερικές φωτογραφίες με τις οποίες δέθηκα με αυτή την κλωστή, και η οποία στην περίπτωσή μου πολλές φορές μετατράπηκε σε παλαμάρι, δεσμεύοντας το βλέμμα μου αποφασιστικά και για καιρό.

Η βιτρίνα των παιχνιδιών (Φωτ. Νο. 37), ενός μαγικού κόσμου των παιδιών. Δεν είναι μόνο τα παιδικά βλέμματα θαυμασμού και επιθυμίας στο κέντρο της φωτογραφίας. Είναι και τα βλέμματα των γονιών τους, που τα συνοδεύουν και παρακολουθούν αμήχανα αυτό το τελετουργικό μύησης σε έναν κόσμο φαινομενικής αφθονίας. Αυτή η φωτογραφία με τους δύο διαφορετικούς κόσμους μπροστά στην βιτρίνα-καθρέφτη, από τη μια μεριά η αθωότητα του παιδικού βλέμματος κι από την άλλη το ανήσυχο (και ίσως ένοχο) βλέμμα των μεγάλων, καθρεφτίζει την κατανάλωση ως κεντρική επιλογή της ζωής μας.

Η μοναξιά του ανθρώπου μέσα στον ωκεανό των μηχανών. (Φωτ. Νο. 81). Ο κυρίαρχος της τεχνολογίας, μπλοκαρισμένος από αυτοκίνητα που δεν του επιτρέ- πουν να κάνει βήμα, αναδεικνύει τον καφκικό εφιάλτη : οι άνθρωποι-κατσαρίδες, εγκλωβισμένοι στο μεταλλικό περίβλημά τους, έχουν κατακλύσει τη ζωή μας.

Κι εκείνο το έντρομο βλέμμα της μοναχικής γυναίκας μπροστά στον επιδειξία του μετρό. ( Φωτ. Νο.57). Η μοναξιά ζητιανεύει την ανθρώπινη επαφή με βάναυσο τρόπο, μέσω της δημόσιας επίδειξης : «ο φόβος σε φέρνει κοντά μου. Πλησίασέ με μπορώ να σε παρηγορήσω». Κι εκείνη μια σύγχρονη Κοκκινοσκουφίτσα, μετά το πρώτο σόκ, είναι στο πρόσωπο του Λύκου εντέλει που επικεντρώνει το βλέμμα της. Ένα βλέμμα παγωμένο που μιλάει από μόνο του, και λέει, χωρίς σεβασμό στο πρόσωπο του άλλου, καμία προσέγγιση. ΄Ετσι απλά.

Το πλούσιο δείπνο και η καθημερινότητα στην Μπιάφρα (Φωτ.Νο.153), όπου τα παιδάκια πεθαίνουν σαν τις μύγες. Σε μια πρώτη ανάγνωση, η απονιά και η αδιαφορία της της ανεπτυγμένης κοινωνίας μπροστά στη δυστυχία του τρίτου κίσμου. Σε μια δεύτερη προσεκτικότερη ματια, η φωτογραφία του Δημήτρη Σούλα σχολιάζει την αδυναμία εγκαθίδρυσης του επίγειου παράδεισου. Το όνειρο του ανθρώπου για μια δίκαιη κοινωνία παραμένει όνειρο, για όσο καιρό προϋπόθεση της ύπαρξης του ενός κόσμου είναι η δυστυχία του άλλου κόσμου. Δεν μπορεί να υπάρξει ο ένας χωρίς τον άλλον.

Το γέλιο της τρίτης ηλικίας (Φωτ.Νο. 145). Μια στιγμή παρηγοριάς και αισιοδοξίας, όταν ηλικιωμένοι άνθρωποι, που έχουν δεί, στη διάρκεια του βίου τους, τα πάντα να αναποδογυρίζονται, γελούν από καρδιάς. Δεν είναι δείγμα αναισθησίας απέναντι στον κόσμο που τους περιβάλλει, έναν κόσμο της κοινωνικής αδικίας και αναταρα- χής, του φονικού πολέμου στο Βιετνάμ. Είναι σημάδι αισιοδοξίας, Καθώς το ουσια- στικό μήνυμα και νόημα αυτού του γέλιου είναι πως «δεν έχουν τέλος τα βάσανα και οι καημοί του κόσμου». Πως ο,τι έγινε θα ξαναγίνει. Το γέλιο των γερόντων, σημάδι αντοχής και υπομονής.

Δημήτρης Σούλας, ένας μάρτυρας του βλέμματος. Τον ευχαριστούμε.